Βιοψία μαστού και διασπορά της νόσου. Ένας πολύ επικίνδυνος μύθος

Η διάγνωση του καρκίνου του μαστού βασίζεται κυρίως στη συνδυασμένη χρήση των απεικονιστικών εξετάσεων (μαστογραφία, υπέρηχος, μαγνητική τομογραφία) και της ιστολογικής επιβεβαίωσης, μέσω βιοψίας. Οι πιο διαδεδομένες τεχνικές βιοψίας περιλαμβάνουν τη βιοψία με λεπτή βελόνα (FNA) και τη βιοψία με κόπτουσα βελόνα (core needle biopsy), με την τελευταία να αποτελεί τη μέθοδο εκλογής λόγω της ακρίβειας και των πληροφοριών που προσφέρει. Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι δε συστήνεται να ταυτοποιούνται οι βλάβες του μαστού με FNA, ούτε να προχωράμε σε χειρουργικές επεμβάσεις βασιζόμενοι στα αποτελέσματα της FNA, όταν υπάρχει η δυνατότητα πραγματοποίησης core βιοψίας.

Ένας από τους διαδεδομένους μύθους γύρω από τον καρκίνο του μαστού είναι ότι η βιοψία μιας βλάβης μπορεί να οδηγήσει σε διασπορά των καρκινικών κυττάρων. Δυστυχώς, αυτός ο μύθος, αν και είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για την υγεία των ασθενών, εξακολουθεί να διαδίδεται ακόμα και στις ημέρες μας.

Εδώ και δεκαετίες, η ιατρική κοινότητα έχει καταρρίψει αυτή την παρανόηση, καθώς η βιοψία αποτελεί τη μέθοδο εκλογής για την ασφαλή ταυτοποίηση μιας ύποπτης βλάβης στο μαστό και δεν τίθεται κανένα θέμα κινδύνου διασποράς με αυτή τη διαδικασία.

Πριν από οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση μιας βλάβης από το μαστό, η λήψη βιοψίας είναι απολύτως απαραίτητη. Για την ακρίβεια είναι απαράδεκτο να αφαιρείται οποιαδήποτε βλάβη από το μαστό χωρίς να έχει προηγηθεί βιοψία. Αυτό ισχύει για πολλούς λόγους:

Αφενός, χωρίς τη βιοψία, υπάρχει κίνδυνος να αφαιρεθεί χειρουργικά μια απολύτως καλοήθης βλάβη, χωρίς κανένα όφελος για την ασθενή. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα περισσότερα ευρήματα τελικά είναι καλοήθη. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να μπει μια γυναίκα στο χειρουργείο εάν δεν πρόκειται να ωφεληθεί σε τίποτα.

Αφετέρου, οι γυναίκες οι οποίες υποβάλλονται σε απευθείας αφαίρεση μιας βλάβης, κατά κανόνα καταλήγουν να υπόκεινται σε μεγαλύτερο αριθμό χειρουργικών επεμβάσεων, καθώς άλλο είναι το είδος της χειρουργικής επέμβασης που γίνεται για διαγνωστικούς σκοπούς και άλλο αυτό που γίνεται για θεραπευτικούς. Ακόμα, όμως και όσον αφορά στις θεραπευτικές επεμβάσεις, το είδος της επέμβασης διαφέρει ανάλογα με τη φύση της βλάβης.

Ένας τρίτος και ο σημαντικότερος ίσως λόγος για τον οποίον απαγορεύεται να αφαιρείται οποιαδήποτε βλάβη από το μαστό, χωρίς να έχει προηγηθεί βιοψία, είναι ο κίνδυνος να εφαρμοστεί μια λιγότερο αποτελεσματική θεραπεία σε κάποιες ασθενείς. Αυτό ισχύει γιατί για κάποια είδη καρκίνου μαστού επιβάλλεται η χορήγηση νέο-επικουρικής (προεγχειρητικής δηλαδή) συστηματικής θεραπείας πριν την αφαίρεσή τους, γιατί αυτό δείχνει την ανταπόκριση στη θεραπεία και δίνει επιπλέον θεραπευτικές επιλογές για συγκεκριμένες κατηγορίες ασθενών, οι οποίοι δεν ανταποκρίθηκαν πλήρως. Με το να αφαιρέσει κανείς απευθείας μια βλάβη, χωρίς να έχει προηγηθεί ιστολογική ταυτοποίηση, στις περιπτώσεις αυτές καταδικάζει τις ασθενείς να πάνε λιγότερο καλά και κατ’ επέκτασιν να ζήσουν λιγότερο απ’ ό,τι θα μπορούσαν, εάν τα πράγματα είχαν γίνει όπως έπρεπε. Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να στερεί από τις ασθενείς τις πιθανότητες που έχουν να πάνε ακόμα καλύτερα και να ζήσουν περισσότερο ή να θεραπευτούν πλήρως.

Τέλος, μια πολύ καλή ανταπόκριση στην νέο-επικουρική θεραπεία μπορεί να οδηγήσει σε μικρότερης έκτασης χειρουργικές επεμβάσεις, με σαφώς μειωμένη νοσηρότητα, μειωμένη ψυχολογική επιβάρυνση και σημαντικά καλύτερη ποιότητα ζωής.

Ευτυχώς για τις γυναίκες, η χειρουργική ογκολογία του μαστού έχει αλλάξει πολύ. Αλλάζει συνεχώς και εξελίσσεται ραγδαία. Γι’ αυτό είναι επιτακτικό ο σύγχρονος χειρουργός μαστού να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις. Υπάρχει μια συνεχιζόμενη τάση αποκλιμάκωσης των επεμβάσεων. Δηλαδή, κάνουμε μικρότερης έκτασης χειρουργικές επεμβάσεις, με πολύ ανώτερα ογκολογικά αποτελέσματα για τις ασθενείς μας, σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν. Απαραίτητη προϋπόθεση, βέβαια, είναι οι ασθενείς να αντιμετωπίζονται από σωστά καταρτισμένους και επίσημα εξειδικευμένους ειδικούς και να υπάρχει καλή διεπιστημονική συνεργασία. Απαραίτητη προϋπόθεση, επίσης, είναι πριν από οποιαδήποτε χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση μιας βλάβης από το μαστό να έχει προηγηθεί ιστολογική ταυτοποίηση της βλάβης, όπως συστήνεται από όλες τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες και όπως συμβαίνει σε όλα τα μεγάλα κέντρα μαστού παγκοσμίως, καθώς ούτε όλες οι σύγχρονες απεικονιστικές μέθοδοι, ούτε η εμπειρία του ειδικού (χειρουργού, ογκολόγου ή ακτινολόγου) είναι σε θέση να αντικαταστήσουν τη βιοψία.